Μια φορά κι έναν καιρό – δηλαδή κάπου ανάμεσα στο πρώτο story με φίλτρο σκύλου και το τελευταίο post σε rooftop με καλαμάκι matcha – γεννήθηκε μια νέα τάξη ανθρώπων: οι ακαλλιέργητοι, οι ανιστόρητοι, οι τυχαίοι. Μόνο που είχαν ένα κοινό γνώρισμα: νόμιζαν ότι είναι γαλαζοαίματοι. Μαρίες Αντουανέτες των stories και της ψευδοπολιτισμένης πόζας. Και κάπου ώπα, αδέρφια.

Αυτοί οι μοντέρνοι «let them eat cake» ήρθαν για να επιβάλουν τον νέο κόσμο: έναν κόσμο όπου το τίποτα σερβίρεται με γαρνιτούρα ύφους, σάλτσα αυταρέσκειας και στροφή 360 μοιρών προς το απόλυτο κενό. Δεν έχουν διαβάσει ποτέ Παπαδιαμάντη, αλλά σου μιλάνε για “vintage aesthetics”. Δεν ξέρουν αν ο Μότσαρτ είναι συνθέτης ή σοκολατάκι, αλλά θα σου πετάξουν μια λέξη τύπου “curated experience” λες και κουρδίζουν την Τζοκόντα για εγκαίνια concept bar.

Πού στηρίχτηκαν όλοι αυτοί οι τζάμπα αποψάκηδες; Μα σε τρία πράγματα:

  1. Στο ίνσταγκραμικό lifestyle.
  2. Στην αυταπάτη πως η γνώμη τους είναι πολιτισμικό γεγονός.
  3. Στην πλήρη απουσία επίγνωσης του ποιοι είναι και γιατί δεν θα έπρεπε να μιλάνε.

Γιατί να διαβάσεις; Γιατί να μορφωθείς; Αφού υπάρχει Canva να κάνεις quotes με quotes ανθρώπων που δεν έχεις ιδέα ποιοι είναι. Φαντάζεσαι τη Μαρία Αντουανέτα να έβγαζε story «If you can’t handle me at my worst, you don’t deserve me at my best – M.A.»;

Μπήκαμε πια στην εποχή της self-made αριστοκράτισσας του TikTok, που ενώ δεν έχει διαβάσει ούτε πίσω από το κουτί των δημητριακών της, ανεβάζει βίντεο με λεζάντα «η ζωή είναι τέχνη – κι εγώ ο καμβάς της». Ναι, αλλά με τέτοιο μυαλό, ούτε μπογιά για τοίχο δεν πιάνεις στα σοβαρά.

Όλα είναι επιφάνεια. Ξυλόγλυπτες κορνίζες γύρω από κάδρα χωρίς περιεχόμενο. Ξέρουν να ποζάρουν με βλέμμα “βαθιάς σκέψης”, αλλά το μόνο που σκέφτονται είναι αν θα φανεί το Louis Vuitton κλιπ που δανείστηκαν από φίλη φίλης της φίλης που δουλεύει σε Pr.

Ποιοι είναι λοιπόν αυτοί οι νεο-τίποτα που παριστάνουν την Αυλή των Θαυμάτων;

1. Οι “influencers” χωρίς ίχνος επιρροής

Αυτοί που έχουν πει τη λέξη brand περισσότερες φορές απ’ ό,τι τη λέξη καλημέρα. Που το να έχουν 5.000 followers και 3 συνεργασίες με σεντόνια, τους έχει πείσει ότι δικαιούνται τραπέζι χωρίς κράτηση και ψυχοθεραπευτή με rebate. Κυκλοφορούν με ύφος Σβετλάνας Ρομανώφ, αλλά στον διάλογο σου λένε “δεν είμαι πολύ του βιβλίου, αλλά το vibe μου είναι λίγο Virginia Woolf meets Ελίζαμπεθ Χάρλεϋ”.

Μάλιστα. Και το IQ σου είναι λίγο “τραπεζάκι ΙΚΕΑ χωρίς οδηγίες”.

2. Οι wannabe aristos των social events

Συχνάζουν σε κάθε opening, pop-up, brunch, και cocktail hour που υπάρχει, μόνο και μόνο για να ποστάρουν ότι ήταν “εκεί”. Ενώ η μόνη τους συνεισφορά στον πολιτισμό είναι η ματαιοδοξία τους, ποζάρουν δίπλα σε έργα τέχνης λες και τα συνέλαβαν οι ίδιες στα εργαστήρια της Σχολής Καλών Τεχνών. Δεν έχουν ιδέα αν αυτό πίσω τους είναι Ραουλ Ντυφύ ή έργο του ανιψιού του σε PowerPoint.

Αλλά το ύφος; Μαρία Αντουανέτα. Να το βλέπεις και να θες να της κόψεις το στόρι με γκιλοτίνα.

3. Οι “επιχειρηματίες” του τίποτα

Άλλο ένα φαινόμενο της εποχής. Ένας στρατός από “creative directors” χωρίς καμία δημιουργία, “brand owners” χωρίς προϊόν, “lifestyle coaches” που δεν μπορούν να κουμαντάρουν ούτε τον λογαριασμό της ΔΕΗ τους. Ολόκληρη κοσμική τάξη που ζει από ένα one-man-show του ψεύτικου success story: «παράτησα τη δουλειά μου και ακολούθησα το όνειρό μου», το οποίο τελικά είναι να πουλάς digital planners με quotes τύπου “You are your own limit, queen” σε άλλες βασίλισσες του κενού.

Σ’ ευχαριστούμε, Μαρία. Χάρη σε σένα, ακόμα και το τίποτα έγινε pitch deck.

4. Οι “ψαγμένοι” με copy-paste ορολογία

Ένα άλλο δείγμα της “γαλαζοαίματης τάξης” είναι οι πνευματικοί μαϊντανοί που χρησιμοποιούν 15 αγγλικές λέξεις ανά πρόταση, έτσι για το intellectual layering. Θα σου πετάξει στο καφέ ότι “νιώθει disconnected από την urban πραγματικότητα”, ενώ δεν έχει διαβάσει ούτε Φρόυντ σε memes. Έχουν ακούσει ντετερμινισμό και νομίζουν είναι application. Μιλάνε για mindfulness και trauma bonding χωρίς να έχουν πάει ποτέ σε ψυχολόγο, αλλά έχουν δει ένα TikTok με φωνή τύπου «you deserve peace».

Δεν είναι σκέψη. Δεν είναι άποψη. Είναι copy-paste με λέξεις-κλειδιά από καρτέλα “how to sound deep”.

Και μέσα σε όλα αυτά, υπάρχει και η τραγωδία του κανονικού ανθρώπου. Εκείνου που μορφώθηκε, πάλεψε, σπούδασε, σκέφτεται πριν μιλήσει. Εκείνου που δεν φωνάζει αλλά γράφει, δεν ποζάρει αλλά διαβάζει, δεν προσποιείται αλλά υπάρχει. Αυτός δεν έχει ύφος. Έχει υπόβαθρο. Και δυστυχώς, στους καιρούς των επιδειξιομανών, αυτό θεωρείται “λίγο”.

Γιατί έχουμε φτάσει να μετράμε αξία με βάση το engagement και όχι την ηθική. Το βαρύγδουπο caption αξίζει περισσότερο από την αλήθεια. Το στήσιμο πάνω απ’ το περιεχόμενο. Η αισθητική πάνω απ’ την ουσία. Κι έτσι φτιάχτηκε το νέο ancien régime: μια φούσκα από selfie, likes, και caption τύπου «your energy speaks louder than words», ειπωμένο από ανθρώπους που αν μιλήσεις σοβαρά μαζί τους, το μόνο που ακούς είναι η ηχώ από το κενό.

Μα, κάπου ώπα, αδέρφια.

Η Αντουανέτα – η αυθεντική – τουλάχιστον έφαγε τη γκιλοτίνα της. Οι σημερινές περνούν αλώβητες, με το ύφος τους να τις σώζει από κάθε ντροπή. Μόνο που εδώ δεν έχουμε επανάσταση. Έχουμε αποχαύνωση. Και κάθε μέρα, όλο και πιο πολλοί “τίποτα” σηκώνουν σκήπτρο, φορώντας το στέμμα του καλά δικτυωμένου influencer ή στυλίστα του μυαλού με χαρτοπετσέτα.

Τελικά, δεν είναι ότι γεμίσαμε με Μαρίες Αντουανέτες. Είναι ότι τους χαρίσαμε και το παλάτι.

Ώρα να τραβήξουμε την κουρτίνα. Να ξεγυμνωθεί το ύφος, να αποκαλυφθεί η ανυπαρξία, να καταλάβουμε επιτέλους πως άλλο πράγμα η αισθητική και άλλο η αυταπάτη. Γιατί όσο το τίποτα συνεχίζει να σερβίρεται σαν φινετσάτη τούρτα, τόσο θα ζούμε σ’ έναν κόσμο όπου το αυτονόητο μοιάζει περιττό και η καλλιέργεια – ντεμοντέ.

Κι εμείς οι υπόλοιποι;

Εμείς απλώς θα στεκόμαστε στη γωνία, θα χαμογελάμε ειρωνικά και θα ψιθυρίζουμε:

«Κάπου ώπα, βασίλισσα. Δεν είσαι Μαρία Αντουανέτα. Είσαι απλώς ένα προφίλ με φίλτρο και κρίση ταυτότητας.»