Αφορμή για αυτό το κείμενο στάθηκε – πώς αλλιώς – ένα τηλεφώνημα που είχα λάβει όσο τελούσα διευθυντικά καθήκοντα σε πολυκατάστημα στον Πειραιά. Όχι από κάποιον φίλο, συγγενή ή πελάτη. Όχι. Από ένα πολιτικό γραφείο. Εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας από τον Πειραιά. Ναι, καλά κατάλαβες: εκεί που βράζει το λιμάνι και το ρουσφέτι.

«Είστε ο κύριος Πουρνάρας;»
«Μάλιστα, ο ίδιος. Εσείς;»
«Ο κύριος τάδε, από το πολιτικό γραφείο του κυρίου δείνα. Άκου να σου πω, φιλαράκι. Αν μπορείς να μου βολέψεις την κουμπάρα μου στο μαγαζί σου. Σε θέση προϊσταμένης, όχι πωλητριούλα και τέτοια, γιατί ξέρει πολλά.»

Πριν προλάβω να βρω το κουμπί για να κλείσω το τηλέφωνο ή να τον ρωτήσω αν με έχει περάσει για ΚΕΠ, του πετάω κι εγώ το δικό μου:
«Καλέ, να την κάνω και διευθύντρια. Τι λέτε τώρα;»
«Ρε με ειρωνεύεσαι;»
«Τι λες να σε κάνω, ρε πανηλίθιε;»
«Αν δεν βρεις τρόπο να τη βολέψεις, μπορεί και να μείνεις χωρίς δουλειά.»

Και κάπου εκεί έκλεισε το τηλέφωνο. Αλλά όχι η οργή.

Για ποια Ελλάδα μου μιλάς, φίλε μου; Για ποια;

Για την Ελλάδα του κομματικού βύσματος, που είναι πιο παλιό και από το ίδιο το Σύνταγμα; Για την Ελλάδα που το ΠΑΣΟΚ πρώτα την έβαψε πράσινη, μετά τη ρούφηξε σαν φραπέ, και στο τέλος τη σέρβιρε στα ανίψια, τους κουμπάρους και τις συννυφάδες του;

Γιατί ναι, το ΠΑΣΟΚ μπορεί να μας χάρισε το τσάμικο στην ΕΡΤ και την Μιμή με βλέμμα ορκισμένης συζύγου του ηγέτη, αλλά κυρίως μας χάρισε το know-how της πολιτικής λαμογιάς. Ήταν το κόμμα που έστησε το κράτος-λάφυρο. Που μοίραζε δημόσιες θέσεις σαν κουφέτα σε βαφτίσια, αρκεί να χόρευες τον “Ζαλόγγο” στις συγκεντρώσεις του Άκη.

Ακολούθησε, φυσικά, η Νέα Δημοκρατία, το κόμμα που πήρε το manual του ρουσφετιού και του έβαλε εξώφυλλο τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Πήραν το κλέφτικο του ΠΑΣΟΚ και το έκαναν δεξιά καντάδα. Βόλεμα; Ναι. Σε επίπεδα Καίσαρα Αυτοκράτορα – “Εκείνος ο ανιψιός θα διοριστεί ή να του στείλουμε φάκελο στρατολόγησης για Βουλή;”.

Αλλά μην τολμήσει κανείς να ξεχάσει τον ΣΥΡΙΖΑ. Τη ροζ ελπίδα που ήρθε να σώσει την τιμή της χώρας – και τελικά έσωσε μόνο τα παπούτσια του Πολάκη. Γιατί κι αυτοί, μόλις μύρισαν εξουσία, φλέρταραν με τον κρατισμό πιο έντονα και από επαρχιώτη σε πανηγύρι.

Θυμάμαι το 2015. Εκείνη τη χρονιά της “ελπίδας”. Εκείνη τη χρονιά που ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ στην περιοχή μου βρήκε τον πατέρα μου σε μια δύσκολη στιγμή – με το θέμα υγείας της αδελφής μου ως πάτημα – και του είπε:
«Μην ανησυχείς. Αν ψηφίσετε σωστά, θα κοιτάξουμε το θέμα.»
Προεκλογική υποσχεσιολογία επιπέδου νονού της νύχτας, με συναισθηματικούς εκβιασμούς και σάπια ψευτοενδιαφέροντα.

Για ποια Ελλάδα μου μιλάς;

Την Ελλάδα του “κάνε με εμένα δήμαρχο και η κόρη σου θα δουλεύει στην ΕΥΔΑΠ”; Την Ελλάδα που για να δουλέψεις σε σουπερ μάρκετ ή σε σφαγείο πρέπει να έχεις τρίτο ξάδερφο που να έχει φιλήσει φωτογραφία του Βαγγέλα;

Ας σταθούμε λίγο στον ΟΠΕΚΕΠΕ. Το επιδοτικό όνειρο κάθε αγρότη και κομματικού εγκάθετου. Το μόνο σύστημα που αν μπεις, δεν ξέρεις αν είσαι δικαιούχος, υπόχρεος ή ήδη έχεις λάβει 13 επιδοτήσεις από λάθος κωδικό.
Καλλιέργειες-φαντάσματα, χωράφια-Photoshop, παραγωγοί-φαντάσματα με δύο πρόβατα και τέσσερις τόνους γάλα.
Και δίπλα οι πολιτευτές να τάζουν:
«Θα στη βγάλουμε την επιδότηση – αλλά ρίξε το σταυρό στο σωστό κουτί».

Αυτή είναι η Ελλάδα του πελατειακού κράτους. Της παράνοιας. Του τύπου που με παίρνει και με απειλεί επειδή του αρνήθηκα το ρουσφέτι.

Η Ελλάδα που αν έχεις αξία, σε πατάνε. Αν έχεις μέσο, σε αποθεώνουν.
Η Ελλάδα που αν είσαι ξανθιά, 1.80 και έχεις στόμα που “δουλεύει”, μπορείς να γίνεις διευθύντρια Δημοσίων Σχέσεων σε εταιρεία που έχει πιο πολλές σφραγίδες από εργαζομένους.
Δεν ξέρω αν με παρακολουθείς. Δεν πειράζει. Ούτε η ΕΥΠ παρακολουθεί με συνέπεια, γιατί έχει φορτωθεί τόσες υποθέσεις που έχει αρχίσει να ξεχνάει τα ονόματα.

Για ποια Ελλάδα μου μιλάς;

Την Ελλάδα των καταστηματαρχών που σου ζητούν εμπειρία 10 ετών για να σε πληρώνουν 500 ευρώ και να σου λένε “να λες κι ευχαριστώ”;
Την Ελλάδα του επιχειρηματία που χρωστάει 3 μισθούς αλλά σου στέλνει φωτογραφία από το Dubai με hashtag #επιχειρείν;
Την Ελλάδα του “θα πληρωθείς όταν μπουν τα λεφτά από το πρόγραμμα” – ποιο πρόγραμμα, ρε καραγκιόζη; Το “Έπιπλα με leasing – φτιάξε βιτρίνα, όχι παραγωγή;”

Εδώ το κράτος σού δίνει επιδότηση για να φτιάξεις πράσινο θερμοκήπιο και την ίδια στιγμή σου στέλνει έλεγχο επειδή δηλώθηκε “καλλιέργεια με σκίαση” σε περιοχή με 40 βαθμούς Κελσίου.
Και όταν πας να ρωτήσεις στον ΟΠΕΚΕΠΕ τι έγινε, σου απαντάει μια κυρία που μοιάζει να έχει σταλεί από την Παλαιά Διαθήκη:
«Μάλλον φταίει το σύστημα.»
Ναι, κυρία μου. Φταίει. Και είστε μέρος του.

Για ποια Ελλάδα μου μιλάς;

Την Ελλάδα του κουμπάρου, του παρακουμπάρου και του εξάδελφου που “τα κανονίζει”;
Την Ελλάδα των δήμων όπου διορίζεται προϊστάμενος σε ΚΕΠ άνθρωπος που μέχρι χθες δεν ήξερε να αποθηκεύσει αρχείο Word γιατί “είναι δικός μας”;

Την Ελλάδα των influencers που γίνονται υποψήφιοι βουλευτές επειδή ξέρουν να φιλτράρουν φωτογραφία με την Ακρόπολη;
Την Ελλάδα των πολιτικών που θέλουν να διοικήσουν αλλά δεν ξέρουν να διορθώσουν ούτε βιογραφικό;

Η Ελλάδα που αν της πεις να σου φτιάξει μια δικαιολογία για να αποφύγεις ΕΦΚΑ, θα σε κάνει διπλωμάτη.
Αλλά αν της πεις να στείλει σωστά ένα αρχείο Excel, θα σου πει:
«Πού είναι το Enter;»

Αυτή είναι η Ελλάδα του 2025. Η Ελλάδα που διώχνει τα παιδιά της στο εξωτερικό και κρατάει όσους έχουν “μπάρμπα στη Βουλή”.
Η Ελλάδα που αν δουλέψεις 10ωρο είσαι «υπεύθυνος» και αν ζητήσεις υπερωρία, είσαι «γκρινιάρης».
Η Ελλάδα που λέει “δεν υπάρχουν δουλειές”, αλλά όλες οι δουλειές έχουν ήδη τακτοποιηθεί σε γιους, ανίψια και πρώην.

Και το χειρότερο; Όλοι το ξέρουμε. Όλοι το ζούμε. Κι όμως συνεχίζουμε.

Γι’ αυτό σου λέω: Για ποια Ελλάδα μου μιλάς;
Γιατί η Ελλάδα που μου ζητάει ρουσφέτι και με απειλεί επειδή δεν το έκανα, δεν είναι πατρίδα. Είναι βούρκος.

Και όσο δεν το παραδεχόμαστε, απλώς μαθαίνουμε να επιπλέουμε σε αυτόν.

Υ.Γ. και κάπου εδώ σκέφτομαι, μωρε μπας και είχε δίκιο μια συγγενής μου που έλεγε δεν χρειάζεται να σπουδάσεις, ποιός θα μαζεύει τιε ελιές μας; Τόσα ήξερε από τα ρουφέτια που της είχαν κάνει, θα μου έβγαζε καμια΄επιδοτησούλα στον ΟΠΕΚΕΠΕ…