Ονομάζομαι Ευθύμης. Αλλά οι φίλοι, οι γείτονες και τα παπάκια του Θιβέτ με φωνάζουν αλλιώς. Λακαμάς, Βούδας με καράφλα, ο Άγιος της Κατσαβιδικής, και στη γειτονιά μου «εκείνος ο περίεργος που μιλάει με ταμπλό κουζίνας και συνεννοείται άψογα με λογισμικά».
Ξεκίνησα ξυπόλητος, όπως κάθε σοβαρός άνθρωπος που σέβεται το ένδοξο κενό του εγκεφάλου του. Ξυπόλητος στα όρη του Δαλάι Λάμα, για να δώσω μια ευκαιρία στο σύμπαν να με καταπιεί αμάσητο. Δεν τα κατάφερε. Επέστρεψα με πέντε χρονάκια καράφλας στο Θιβέτ και κάτι ψυχωτικά πτυχία λογοθεραπείας που τα συνδύασα με φωνητικές τεχνοτροπίες. Άνετα πλέον συζητάω με κατσαβίδια, γαλλικά κλειδιά, αλλά και με εταιρικά presentation. Για να μην πω ότι έχω φίλους και στα ERP.
Έλιωσα την τέχνη, τις πόρτες και κάτι παντζούρια με ένα χέρι. Το άλλο το κράταγα για να κόβω με το βλέμμα τον κιμά — και όχι τον κιμά της γιαγιάς σου· μιλάμε για τον υπαρξιακό κιμά, εκείνον που ζυμώνει τη μιζέρια με το social media feedback.
Εμένα στη γειτονιά με φωνάζουν Λακαμά γιατί περπατάω πάνω σε φύκια, στον πάγο, σε ψυχολογικά ναρκοπέδια, αλλά πάντα με πατημένη την τεχνική του Φουτζιγιάμα. Ο δάσκαλός μου — ο μόνος που φόραγε περούκες ακόμα και στον ύπνο — μιλούσε στα πνεύματα μόνο με μπινελίκια. Έτσι έμαθα κι εγώ: δεν υπάρχει πνεύμα, θεότητα ή CEO που να μην καταλαβαίνει το «άντε και…». Εκεί κρύβεται η αληθινή σοφία.
Πήρα και μαθήματα μεταφυσικής μπροστά από σεντούκια που κουβαλούσαν σαράντα εννιά μανδύες και τσόκαρα νοσοκομειακά. Σ’ ένα σάπιο πάπυρο κάποιος είχε γράψει τα μεγαλύτερα μυστικά του κόσμου και φυσικά όλες ήταν μαλακίες. Αλλά εγώ τις διάβασα. Και τις βελτίωσα. Με λένε Ευθύμη και μπορώ να σου εξηγήσω γιατί ο φραπές δεν είναι τυχαίο προϊόν αλλά θεϊκή επινόηση made in Καλαμάτα.
Και κάπου εκεί, στα σκοτεινά, έμπλεξα και με τη … άστο καλύτερα, θα κλείσουν σπίτια… Ναι, για λίγο. Αλλά έμαθα τα τσαλιμάκια του Κακά (όχι το περιεχόμενο της λέξης, τον Βραζιλιάνο). Πλέον κάνω συνευρέσεις μυσταγωγικού περιεχομένου, που μεταλαμπαδεύουν τη γνώση του αχινού: «Σφίξε, τσιμπάει, αλλά μην υποχωρείς.»
Είμαι αυτόχθων του Κατμαντού. Το γράφω και στο βιογραφικό μου. Με αγαπάνε τα μωρά του ουρανού και οι κατάθλες τους. Κι εγώ τα αγαπάω, γιατί ποιος άλλος μπορεί να σε κοιτάει με τόσο θαυμασμό ενώ κλαις μέσα στο ψυγείο.
Έχω ρεκόρ ορθοστασίας με κοθόρνους — ναι, αυτούς τους αρχαίους, που τους βάζεις και μοιάζεις με καραγκιόζη θηριοδαμαστή. Έχω σαράντα Όσκαρ, ένα Νόμπελ Ιατρικής και διδακτορικό στην κβαντομηχανική των καφέδων φίλτρου. Αλλά μη με παρεξηγείς: πιάνουν τα χέρια μου, χειρίζομαι και τόρνους και τη ζωή μου σαν να είναι σκουριασμένος μηχανισμός που γυρνάει μόνο με κλωτσιές.
Αν θες μπορώ να σου εξηγήσω την κβαντική φυσική με παραδείγματα από γύρο απ’ όλα. Αλλά πιο συχνά, προτιμώ να αναλύω γιατί το Wi-Fi χαλάει μόνο όταν είσαι γυμνός και πας να δεις βίντεο συνωμοσιολογίας στις 3 τα ξημερώματα.
Ναι, λέγομαι Ευθύμης. Ό,τι πιο κοντινό έχει αυτή η κοινωνία σε υπαρξιακό ροπαλοφόρο. Χτυπάω πρώτα με λέξεις, μετά με μαντιλάκια ντεμακιγιάζ και τέλος με ατσάλι. Δεν πιστεύω σε τίποτα αλλά όλα και τα πάντα τα λέω πιο πειστικά από τις αλήθειες. Είμαι αυτός που δεν ήθελε κανείς, αλλά ήρθα για να σας γαμήσω τη ροή. Και μετά να μαγειρέψω παστίτσιο…

 

Υ.Γ. ακούστε το παρακάτω, hitαρα επική και τρισμέγιστη!