Υπάρχουν δυο είδη ανθρώπων: αυτοί που είναι πραγματικά απασχολημένοι, και αυτοί που το παίζουν. Και στην Ελλάδα, αυτή η δεύτερη κατηγορία έχει μετατραπεί σε υποκατηγορία επαγγελματικής ιδιότητας. Αν οι παλιοί είχαν τον «τενεκέ ξεγάνωτο», εμείς έχουμε τον «freelancer απασχολημένο».

Μιλάμε για την πιο εντυπωσιακή θεατρική παράσταση της καθημερινότητας. Έναν μονόλογο απ’ αυτούς που θα ζήλευε μέχρι κι ο Μάρκος Σεφερλής – χωρίς καμία πρόβα, αλλά με πολύ ύφος. Ο ήρωας του έργου φοράει τζινάκι με τσάκιση, κρατάει iphone τελευταίας γενιάς, φτιάχνει flat white με αφρό «σαν να κάθεσαι στο σύννεφο» και απαντά σε mail από πελάτες που δεν υπάρχουν.

Ο «Busy» Έλληνας – Μια εμβληματική φιγούρα

Θα τον βρεις παντού. Στα coworking spaces που πάνε μόνο για τον εσπρέσο και το Instagram story. Στις πλατείες με laptop στο τραπέζι και κανένα πρόγραμμα ανοιχτό. Στα meeting που μεταφέρονται συνεχώς γιατί «πνίγεται» αλλά την ίδια ώρα κάνει repost motivational quotes τύπου “Work hard in silence, let success make the noise”.
(Ο ήχος που κάνει είναι το κουδούνι από τον ντελιβερά.)

Αυτός ο freelancer – μην τον αποκαλέσεις ποτέ άεργο, θα σε αποκληρώσει – έχει φτιάξει ένα ολόκληρο σύμπαν τεχνητής απασχόλησης. Μιλάει στο κινητό με ύφος CEO ενώ παραγγέλνει κουλούρι. Σου στέλνει μήνυμα «bro, θα σε πάρω σε λίγο, είμαι σε call», και το call είναι με την μάνα του που του λέει να μαζέψει τις κάλτσες απ’ το σαλόνι.

Τι σημαίνει “είμαι busy” στην Ελλάδα

Στην Ελλάδα, το «είμαι busy» δεν σημαίνει «δουλεύω». Σημαίνει «θέλω να φαίνεται ότι κάνω κάτι σημαντικό». Είναι σαν το «είμαι σε σχέση» στο Facebook: μια δήλωση ύπαρξης, όχι πραγματικότητας.
Ο Έλληνας freelancer λέει “είμαι full αυτές τις μέρες” και εννοεί ότι έχει να παραδώσει ένα logo μέχρι την άλλη Τρίτη, αλλά πρώτα πρέπει να «ηρεμήσει λίγο το μυαλό» με ένα quick ταξιδάκι στο Ναύπλιο για ισορροπία.

Αν τον ρωτήσεις τι δουλειά κάνει, σου απαντά:
– Κάνω consulting, λίγο digital, κάνω και κάποια πράγματα με branding, είμαι και σε ένα project με κάτι παιδιά.
Που σημαίνει:
– Κάνω μια δουλίτσα του 200€, έχω ένα Canva Pro που πληρώνει η αδερφή μου και βοηθάω έναν φίλο που ανοίγει σουβλατζίδικο με storytelling για τις πίτες.

Οι ιεροτελεστίες της ψευδο-απασχόλησης

Δεν είναι εύκολο να φαίνεσαι πολυάσχολος χωρίς να κάνεις τίποτα. Θέλει τέχνη. Ο Έλληνας freelancer έχει αναπτύξει συγκεκριμένες τακτικές:

  1. Το email που δεν γράφεται ποτέ
    «Πρέπει να απαντήσω σε κάτι mail». Τα mail είναι συνήθως spam από Mailchimp και μια προσφορά από e-shop για θήκη κινητού.
  2. Το “brief” που δεν έρχεται ποτέ
    «Περιμένω να μου στείλουν το brief για να ξεκινήσω». Το brief δεν θα έρθει ποτέ, αλλά παίζει να τον δεις να το συζητά σε πέντε stories.
  3. Το meeting που ακυρώνεται, αλλά γίνεται post
    «Μόλις βγήκα από ένα δυνατό zoom call». Μπορεί να ήταν με το ταβάνι ή με κάποιον φίλο του που τον φωνάζει “boss” από ειρωνεία.
  4. Το task που διαρκεί μια εβδομάδα αλλά είναι 45 λεπτά δουλειάς
    Αν ένα task μπορεί να γίνει σε μία ώρα, ο Έλληνας freelancer θα το απλώσει σαν μαρμελάδα σε φέτα εβδομάδας.
  5. Το “πρόγραμμα”
    «Το πρωί είχα content, μετά πήγα για ένα coffee meeting, μετά πέρασα από το showroom ενός πελάτη και το απόγευμα ήμουν σε μια παρουσίαση».
    Μετάφραση: Πήρε καφέ με φίλο, πήγε από το σπίτι του φίλου του που έχει κατάστημα και το απόγευμα πέρασε να δει την κοπέλα του που δουλεύει σε concept store.

Οι “Busy” freelancers και τα Social Media

Στο Instagram θα δεις μια τσάντα MacBook, ένα cappuccino, και λεζάντα:
“Creating. Always.”
Πού δημιουργεί; Στο μυαλό του. Τι δημιουργεί; Ατμόσφαιρα. Πότε παραδίδει; Όταν ευθυγραμμιστούν οι πλανήτες.

Στο LinkedIn ανεβάζει post:
“Back-to-back calls today but grateful for growth opportunities ”
Και από κάτω tag 8 εταιρείες που δεν τον γνωρίζουν.

Ποστάρει από coworking spaces που δεν τον έχουν δει ποτέ να ανοίγει Word. Ανεβάζει φωτογραφίες από τετράδια γεμάτα σκίτσα και γραμμές, όχι λέξεις. Το productivity του είναι τόσο υψηλό, που αναρωτιέσαι γιατί δεν έχει ακόμα αγοράσει τη Microsoft.

Η βαθύτερη αλήθεια: ο φόβος της αδράνειας

Πίσω απ’ όλο αυτό δεν κρύβεται τεμπελιά – τουλάχιστον όχι μόνον αυτή. Κρύβεται ανασφάλεια. Ο φόβος να πει κανείς «δεν έχω δουλειά». Στην Ελλάδα, αν δεν φαίνεσαι απασχολημένος, θεωρείσαι αποτυχημένος.
Γι’ αυτό και το να κάνεις τον busy έχει γίνει τελετουργία κοινωνικής επιβίωσης.
Ο Έλληνας freelancer δεν δουλεύει τόσο για να πληρωθεί, όσο για να αποδείξει ότι «είναι μέσα στα πράγματα». Ότι «κινείται». Ότι τρέχει. Προς τα πού; Ποτέ δεν μαθαίνουμε.

Και τι γίνεται όταν έρθει η δουλειά;

Όταν (σπάνια) έρθει το πραγματικό project με απαιτήσεις, deadlines και revision, ο “busy” freelancer παθαίνει black-out. Ξαφνικά θυμάται ότι έχει “κάτι προσωπικά θέματα”, “πολλή πίεση αυτές τις μέρες” και “δεν είναι στην καλύτερή του φάση δημιουργικά”.
Είναι σαν τον ψαρά που όλη μέρα περηφανεύεται για το καλάμι του, και μόλις τσιμπήσει το ψάρι, πετάει τη βάρκα στη στεριά.

Το τίμημα της προσποίησης

Ο κόσμος του δήθεν απασχολημένου είναι γυάλινος. Φτιαγμένος από story, φίλτρα και emoji. Δεν έχει υπόσταση. Και το χειρότερο; Δεν πληρώνει. Κυριολεκτικά.
Η προσποίηση δεν φέρνει λεφτά. Δεν χτίζει συνεργασίες. Δεν αφήνει έργο.
Στο τέλος της ημέρας, ο freelancer που παριστάνει τον απασχολημένο, μένει με ένα κινητό στο χέρι, ένα ανέκδοτο project και μια μόνιμη αναμονή για την ευκαιρία που «έρχεται» εδώ και τρία χρόνια.

Η λυπηρή κατάληξη του “busy” επαγγελματία

Ο πραγματικός freelancer, αυτός που δουλεύει σιωπηλά, αποδίδει, φτύνει αίμα και παραδίδει στην ώρα του, δεν έχει χρόνο να το παίζει απασχολημένος. Είναι.
Ο υπόλοιπος θίασος του “busy” ζει μέσα στο μαγικό παραμύθι της επιχειρηματικής αυταπάτης. Και κάθε μέρα ξυπνάει, φτιάχνει καφέ, ανοίγει Notion, γράφει «To Do» χωρίς κανένα “Do” και ανεβάζει story:
«Στο γραφείο από νωρίς σήμερα»
(Το γραφείο είναι το σαλόνι, και «νωρίς» είναι 11:42.)

Κάποτε λέγαμε «δουλειά δεν είχε ο διάολος, και πήγε και έπλεκε». Σήμερα θα λέγαμε:
«Δουλειά δεν είχε ο freelancer, και πήγε και πόσταρε quote στο LinkedIn».