«Σοφία. Ορθοί ακούσωμεν του αγίου Μαυρίσματος το Ανάγνωσμα…»
Υπάρχει ένα πράγμα πιο σταθερό κι από τον ΕΝΦΙΑ στην Ελλάδα: το κάψιμο. Όχι των εγκεφαλικών κυττάρων από τις ειδήσεις ή των νεύρων μας με τις ΔΕΚΟ, αλλά το ιερό κάψιμο της σάρκας από τον ήλιο. Ο θερινός αυτοσκοπός. Η επιδερμική θυσία στον Διόνυσο της παραλίας.
Το ελληνικό καλοκαίρι δεν ξεκινάει επίσημα με τον Ιούνιο. Ξεκινάει με την πρώτη εμφάνιση του σοκολατί συναδέλφου που ήρθε στο γραφείο και μοιάζει με πολυκαιρισμένο έπιπλο ΙΚΕΑ περασμένο με βερνίκι teak. Από εκείνο το πρωινό και μετά, ξεκινά ένας κοινωνικός μαραθώνιος με έναν και μόνο στόχο: Να γίνεις κι εσύ μια ανθρώπινη θράκα, ένα αποκαΐδι που δείχνει “υγιές”, “δροσερό” και “ήρεμο” – παρ’ όλο που πονάς παντού.
Κεφάλαιο 1: Η Κοινωνική Πίεση του Μελανού
Στην Ελλάδα, αν επιστρέψεις από διακοπές άσπρος, είσαι αποτυχία. Καλύτερα να πεις ότι δεν πήγες διακοπές καθόλου. Τουλάχιστον θα σε λυπηθούν. Αν όμως πας, φας τα λεφτά σου, τα νεύρα σου και την ψυχή σου για να βρεις ξαπλώστρα στον Άγιο Προκόπιο, και επιστρέψεις σε απόχρωση γιαουρτιού, τότε… άκυρο. Δεν έζησες το καλοκαίρι σου σωστά.
Θα πέσουν πάνω σου σαν ύαινες:
— “Καλά, πού ήσουν; Στη Φινλανδία;”
— “Μπα, εσύ ούτε κάψιμο δεν έπαθες, τι διακοπές έκανες δηλαδή;”
— “Εγώ μόλις γύρισα κι έβαλα μετά αλόη, φουλ! Εσύ τίποτα;”
Σαν να μιλάμε για μετάλλια από στρατό. Αν δεν έκανες ξεφλούδισμα τύπου “πετσόφλουδα ντομάτας”, δεν είσαι δικός τους. Δεν είσαι ένας από τους εκλεκτούς της παναγίας της θάλασσας.
Κεφάλαιο 2: Το Μαύρισμα ως Καθεστώς
Το μαύρισμα στην Ελλάδα δεν είναι χρώμα. Είναι ιδεολογία. Είναι statement. Είναι μια κραυγή «έζησα!» μέσα στη χρονιά της μιζέριας και του air condition.
Κι επειδή δεν φτάνει μόνο η ηλιοθεραπεία τύπου «γυρνάμε πλευρό κάθε 12 λεπτά σαν σουβλάκια», έχεις και τους προετοιμασμένους επαγγελματίες της υπεριώδους θυσίας: τους πιστούς του σολάριουμ.
Το γαργκάνιασμα. Το θρησκευτικό μυστήριο του προκαταρκτικού ψησίματος. Μπαίνεις λευκός, βγαίνεις σοκολάτα με ελαφριά επίγευση καμένου πλαστικού. Κι αν το κάνεις σωστά, αποκτάς αυτό το υπέροχο flavour του «ήμουν σε νησί πριν καν πάω σε νησί».
Γιατί, πού πας βρε άνθρωπε στις Κυκλάδες άσπρος; Σαν τουρίστας;
Δεν ντρέπεσαι;
Το σολάριουμ, άλλωστε, είναι η πύλη προς την αποδοχή. Το πρώτο layer στην πολυστρωματική ιεροτελεστία του ψησίματος. Μετά ακολουθεί ο ήλιος, το baby oil, ο ανταγωνισμός ποιος θα ψηθεί πρώτος χωρίς προστασία, και τελικά το after sun που ρίχνεις με τη σέσουλα πάνω σε δέρμα που ουρλιάζει: “γιατί μου το κάνεις αυτό
Κεφάλαιο 3: Πόντος προς Πόντο – Το Manual του Ψησίματος
Προετοιμασία:
- 1 εβδομάδα πριν: solarium.
- 2 μέρες πριν: αποτρίχωση. Γιατί ποιος θέλει καψαλισμένες τρίχες στις γάμπες.
- 1 μέρα πριν: scrub σώματος για να “πιάσει” το μαύρισμα.
Ημέρα 1, παραλία:
- Baby oil – γιατί αν δεν κάψεις και την τελευταία στοιβάδα επιδερμίδας, πώς θα σταθεροποιηθεί το χρώμα;
Τελετουργία:
- Ξάπλωμα στην ξαπλώστρα με το ραδιόφωνο να παίζει Χατζηγιάννη από το 2007.
- Τοποθέτηση καθρέφτη κάτω από το πηγούνι.
- 10 λεπτά από τη μία πλευρά. 10 από την άλλη. Repeat.
- Αν το σώμα σου δεν κάνει “κρακ” όταν τεντώνεσαι, δεν έχεις μαυρίσει σωστά.
Πρώτες συνέπειες:
- Αίσθηση καψίματος που φτάνει μέχρι το κόκαλο.
- Ντους που μοιάζει με τιμωρία στη κόλαση.
- Ξεφλούδισμα τύπου φιδιού.
Κεφάλαιο 4: Οι Τύποι Μαυρισμένων
- Ο Κάρβουνο: Μαύρος μέχρι εκεί που αρχίζει το μποξεράκι. Το υπόλοιπο σώμα – Ελβετία. Δύο ήπειροι στο ίδιο κορμί.
- Η Αποφλοιωμένη: Βαθιά μαυρισμένη, αλλά το δέρμα έχει ξεκινήσει αυτονομιστικό αγώνα. Φλούδα πάνω στη φλούδα.
- Ο Ντολμαδάκι: Μαυρισμένος με δροσερή γυαλάδα λάδιου. Μυρίζει πάντα λίγο τζατζίκι.
- Η Solarium Queen: Πάει σολάριουμ από τον Φλεβάρη, το χρώμα είναι μόνιμο, και πάντα λέει “δεν καίγομαι εγώ, συνηθισμένη είμαι”.
Κεφάλαιο 5: Η Μετά-Κάψιμο Κατάθλιψη
Μετά από όλη αυτή την επένδυση —χρόνου, χρήματος, δέρματος— φτάνεις στο τέλος του Αυγούστου, σαν αποξηραμένο σύκο με γυαλιά ηλίου. Γεμάτος selfies που δείχνουν το πόδι σου σε σχέση με το πόδι άλλου ανθρώπου που δεν πήγε πουθενά (“κοίτα τη διαφορά!”), αλλά και με μια υπαρξιακή ερώτηση:
“Μα, άξιζε;”
Ήσουν δύο εβδομάδες υπό την επίδραση ήλιου, φραπέ και προσποιητής ευτυχίας. Καμιά στιγμή χαλάρωσης δεν ήταν χωρίς σκέψη “άραγε έκαψα τη μέση μου;” ή “έβαλα αρκετό από το Νο3 ή θα γίνω πανσέτα;”
Και τώρα κάθεσαι στο γραφείο, κοιτάς το χρώμα σου που σιγά-σιγά ξεθωριάζει σαν διαφήμιση ξενοδοχείου στην Πάργα, και νιώθεις μόνο ένα πράγμα:
Ένα βαθύ, ξεφλουδισμένο τίποτα.
Κεφάλαιο 6: Αντί επιλόγου – Η Ψευδαίσθηση της Καύσης
Το μαύρισμα, φίλε μου, δεν είναι ούτε υγεία, ούτε ομορφιά, ούτε τρόπαιο. Είναι το κραγιόν στον καθρέφτη ενός καλοκαιρινού ψέματος. Είναι αυτό που βάζεις στο κορμί σου για να κρύψεις το γεγονός ότι, κατά τα άλλα, δεν ξεκουράστηκες ποτέ.
Κάθε γαργκάνιασμα στο solarium είναι ένας φόρος τιμής στην ανασφάλεια. Κάθε στρώμα ξεφλουδίσματος, μια υπενθύμιση της ματαιότητας. Και κάθε “δεν βάζω αντηλιακό, θέλω να με πιάσει”, μια φράση-μανιφέστο για το πώς η επιθυμία για αποδοχή καίει πιο πολύ κι απ’ τον ήλιο.
Οπότε ναι, μαύρισε. Ψήσου. Γαργκάνιασε.
Αλλά όταν βγεις από τη θράκα και κοιταχτείς στον καθρέφτη, θυμήσου:
Το καλοκαίρι δεν μετριέται σε απόχρωση. Μετριέται σε ανάσες.
Κι αν δεν πήρες καμία, καληνύχτα κι ελπίζουμε να λιώσεις πάλι του χρόνου με περισσότερη χάρη και λιγότερη UV.